Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2022




Τίποτα δεν είναι όντως δωρεάν στο διαδίκτυο

Στο διαδίκτυο δεν υπάρχουν δωρεάν υπηρεσίες αλλά υπηρεσίες που νομίζουμε ότι είναι δωρεάν γιατί δεν αντιλαμβανόμαστε την εμπορική αξία των δεδομένων που προσφέρουμε. 

Η Βασιλική Σιούτη συζητά με τον καθηγητή Διομήδη Σπινέλλη.

https://www.lifo.gr/podcasts/lifo-politics/diomidis-spinellis-tis-dorean-ypiresies-toy-diadiktyoy-tis-plironoyme-me-ta

Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 2022

 Τεμπονέρας  Διονύσης, Τηλεργασία και δικαιώματα των εργαζομένων.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ της πανδημικής κρίσης οι ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις πήραν τη μορφή «χιονοστιβάδας». Αναστολές συμβάσεων εργασίας, «ευέλικτες» μορφές απασχόλησης (εκ περιτροπής εργασία), μετατροπές συμβάσεων από πλήρους σε μερικής απασχόλησης, καταστρατήγηση των ωραρίων απασχόλησης με τις «πλάτες» της κυβέρνησης, τηλεργασία κ.λπ.

Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις του αρμόδιου υπουργού, τα έκτακτα και επείγοντα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση, κυρίως με ΠΝΠ, μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης θα αρθούν πλήρως.

Ακόμα και αν φανεί κανείς καλοπροαίρετος και πιστέψει τις εν λόγω δεσμεύσεις, ο κορονοϊος φαίνεται ότι δημιουργεί μια νέα αναδιάρθρωση-απορρύθμιση στις εργασιακές σχέσεις περισσότερο μόνιμου χαρακτήρα.

            Ο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ της εξέλιξης αυτής δεν είναι άλλος από την τηλεργασία, που συνεχώς κερδίζει έδαφος. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι εδώ και ημέρες ο ΣΕΒ εξέδωσε οδηγό εφαρμογής της τηλεργασίας προς τα μέλη του, παρακινώντας τα να κάνουν γενικευμένη χρήση της νέας μορφής διευθέτησης του χώρου εργασίας. Ούτε άλλωστε είναι τυχαία η αρθρογραφία υπέρ της τηλεργασίας του αντιπροέδρου του ΣΕΒ τις προηγούμενες ημέρες με τίτλο «Τα πλεονεκτήματα της τηλεργασίας».

Ας δούμε όμως τα δεδομένα, όχι με αφοριστική διάθεση, αλλά εντοπίζοντας τη βασική προβληματική γύρω από το θέμα. Παρότι αρκετές επιχειρήσεις εφαρμόζουν ήδη την τηλεργασία, η μορφή αυτή οργάνωσης εργασίας δεν είναι αρκετά εκτεταμένη και, σύμφωνα με την έρευνα του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO), οι τακτικά τηλεργαζόμενοι αποτελούν το 8,3% του συνόλου των μισθωτών στην Ε.Ε. Αντιστοίχως η Ελλάδα με 5% βρίσκεται μόλις στη 18η θέση.

            Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ υπέρ της τηλεργασίας είναι λίγο πολύ γνωστή: χαμηλό κόστος εργασίας, αφού πολλές εφαρμογές είναι ανοιχτές(δωρεάν), αύξηση παραγωγικότητας, προσέλκυση νεότερης ηλικίας εργαζομένων, πρόσβαση για τους ΑμεΑ, τις νέες μητέρες, όσους ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές κ.λπ. Ακόμα όσοι τάσσονται υπέρ της τηλεργασίας τονίζουν τη θετική επίδραση στο περιβάλλον εξαιτίας του περιορισμού των μετακινήσεων(κυκλοφοριακό) και άλλα πολλά.

            Μία από τις πρώτες ενέργειες όταν ξέσπασε η κρίση τον περασμένο Μάρτιο ήταν  κυβέρνηση,   με την από 11.3.2020 ΠΝΠ, να δώσει μονομερώς τη δυνατότητα στον εργοδότη «να καθορίζει ότι η εργασία που παρέχεται από τον εργαζόμενο στον προβλεπόμενο από την ατομική σύμβαση τόπο εργασίας, θα πραγματοποιείται με το σύστημα της εξ αποστάσεως εργασίας». Με το προηγούμενο πλαίσιο προβλεπόταν η συγκεκριμένη δυνατότητα έχοντας οικειοθελή χαρακτήρα και αποτελούσε προϊόν αμοιβαίας συμφωνίας εργαζόμενου και εργοδότη.

            Στοιχηματίζουμε ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση είναι μία από αυτές που θα διατηρηθούν και για το διάστημα μετά την κρίση, καθώς ο κορονοϊος είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αλλάξει το μοντέλο εργασίας όπως το γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.

            ΕΙΝΑΙ ΒΑΣΙΜΟΙ όμως οι φόβοι που διατυπώνονται και ποια είναι τα μειονεκτήματα της τηλεργασίας;

1. Αρχικά η εμπειρία έχει δείξει ότι η τηλεργασία προκαλεί αποκλεισμό ορισμένων τηλεργαζόμενων από την προστασία του εργατικού δικαίου με τη σύναψη συμβάσεων ανεξάρτητης εργασίας, που υποκρύπτουν εξαρτημένη εργασία (μπλοκάκια).

2. Υπάρχει σαφής κίνδυνος καταστρατήγησης ορισμένων ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων. Ο έλεγχος του ΣΕΠΕ και του e-ΕΦΚΑ είναι αδύνατος λόγω της προστασίας της οικογενειακής στέγης, ενώ τα ωράρια-υπερωρίες, οι όροι υγιεινής και ασφάλειας, οι άδειες κ.λπ. είναι πρακτικά αδύνατο να αποτελέσουν αντικείμενο ελέγχου από τις αρμόδιες αρχές.

3. Προκαλείται απομόνωση των εργαζομένων και αποξένωση από τη συνδικαλιστική δράση.

4. Δημιουργείται σύγχυση στους τηλεργαζόμενους καθώς δεν διαχωρίζεται η επαγγελματική από την ιδιωτική ζωή. Τα όρια μεταξύ ελεύθερου χρόνου και δουλειάς γίνονται δυσδιάκριτα, ενώ επηρεάζεται άμεσα και η οικογενειακή ζωή του τηλεργαζομένου.

5. Ο εργαζόμενος καθίσταται δέσμιος στην υπηρεσία του εργοδότη σε διαρκή βάση, δεδομένης της δυνατότητας παροχής εργασίας και σε μη εργάσιμες ημέρες και ώρες.

6. Αδειες ασθενείας, κύησης, άδεια αναψυχής, αργίες κ.λπ. τίθενται υπό αμφισβήτηση, αφού ο τηλεργαζόμενος με ένα τερματικό στο χέρι (Η/Υ ή κινητό τηλέφωνο) είναι πάντα σε ετοιμότητα.

7. Η επαγγελματική εξέλιξη δυσχεραίνεται, ενώ ο εργαζόμενος είναι υποχρεωμένος να παρακολουθεί και όλες τις τεχνολογικές εξελίξεις και να προσαρμόζεται στον ανταγωνισμό της αγοράς.

8. Ενώ ο νόμος προβλέπει ότι ο εξοπλισμός για την τηλεργασία αλλά και οι συνεπαγόμενες δαπάνες βαρύνουν τον εργοδότη, στην πράξη το κόστος συνήθως το επωμίζεται ο εργαζόμενος. Αλήθεια πόσα, για παράδειγμα, φροντιστήρια ή ιδιωτικά εκπαιδευτήρια θεωρεί κανείς ότι θα πληρώσουν το ρεύμα που καταναλώνουν οι υπολογιστές των τηλε- εκπαιδευτών την περίοδο που διανύουμε για τη διενέργεια των τηλε-μαθημάτων;

ΑΛΛΑ ΚΑΙ για τις επιχειρήσεις τα πράγματα δεν είναι «ρόδινα».

1. Το κόστος εκκίνησης και λειτουργίας των εφαρμογών της τηλεργασίας είναι υψηλό και προϋποθέτει εκπαίδευση των εργαζομένων και των προϊσταμένων τους, τη δημιουργία εταιρικής πολιτικής, την τεχνολογική υποδομή, την οργανωτική αναδιάρθρωση καθώς και την αξιολόγηση.

2. Δημιουργούνται δυσκολίες στον συντονισμό και την επίβλεψη της εργασίας από τους προϊστάμενους εξαίτιας της διάσπασης του ενιαίου εργατικού χώρου, που αποδυναμώνει τον άμεσο έλεγχο.

3. Προκύπτει αυξημένο κόστος για τον έλεγχο των προσωπικών δεδομένων και τη δημιουργία αντιγράφων ασφαλείας.

4. Τέλος, απουσιάζει η ανθρώπινη διαδραστική επαφή που στοιχίζει σε ποιότητα, πρωτοτυπία και δημιουργικότητα, ενώ προκαλείται συχνά υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών.

    ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΘΕΣΗ «δαιμονοποίησης», στην εποχή μάλιστα της «4ης βιομηχανικής επανάστασης», η τηλεργασία μπορεί να βρει εφαρμογή σε αρκετούς τομείς της παραγωγικής δραστηριότητας. Το προηγούμενο πλαίσιο, παρά τα προβλήματα στην εφαρμογή, προέβλεπε την ίση μεταχείριση των τηλεργαζομένων με τους κοινούς εργαζόμενους, τον σεβασμό της υγείας και της προσωπικής ζωής τους, τον σεβασμό των όρων εργασίας σε σχέση με τα ωράρια, τις άδειες, τις υπερωρίες κ.λπ.

 Αυτό που δημιουργεί όμως στην παρούσα φάση περισσότερα προβλήματα είναι η έλλειψη εργοδοτικής κουλτούρας που, σε συνθήκες εντατικοποίησης της εργασίας και έντονου ανταγωνισμού επιβίωσης για τις επιχειρήσεις, είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσει με όρους «συμπίεσης κόστους και δικαιωμάτων». Διερωτόταν πρόσφατα ένας επιχειρηματίας που έκανε χρήση της τηλεργασίας: «Αφού δουλεύει από το σπίτι (ο εργαζόμενος) και δεν έχει έξοδα μετακίνησης, δεν θα πρέπει να του μειώσω και τον μισθό;»

     ΔΥΣΤΥΧΩΣ η χρήση του μέτρου σε συνθήκες κρίσης είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσει κυρίως εις βάρος των εργαζομένων περιστέλλοντας δικαιώματα και ελευθερίες. Προκύπτει λοιπόν η ανάγκη επαναφοράς του προηγούμενου πλαισίου, κατά το οποίο η χρήση της τηλεργασίας θα γίνεται μόνο κατόπιν ειλικρινούς συμφωνίας εργοδότη και εργαζομένου, συμφωνία που θα πρέπει κατά την άποψή μας προληπτικά να υπόκειται και στον έλεγχο των κρατικών αρχών



 

    


Robin Dundar,Πόσοι φίλοι χωρούν στη ζωή μας;

    Από τότε που άρχισαν να λειτουργούν τα ταχυδρομεία, τίποτα δεν έχει επηρεάσει τόσο ανατρεπτικά τον τρόπο που σχετιζόμαστε μεταξύ μας όσο το Facebook. Η επανάσταση αυτή όμως δεν έχει ακριβώς τον χαρακτήρα που ισχυρίζονται ορισμένοι.

    Τα σάιτ αυτά μπορεί να μας έχουν επιτρέψει να συσσωρεύσουμε εκατοντάδες «φίλους», αλλά δεν έχουν ακόμα επινοήσει έναν τρόπο να ξεπεράσουν τα εμπόδια που θέτει η ίδια η φύση των σχέσεων. Ο κύκλος των πραγματικών φίλων μας παραμένει πεισματικά μικρός, περιορισμένος όχι μόνο από την τεχνολογία αλλά από την ανθρώπινη φύση. Εκείνο που καταφέρνει το Facebook, ωστόσο, είναι να μας προσφέρει έναν τρόπο να διατηρήσουμε αυτόν τον κύκλο μέσα σ’ έναν κατακερματισμένο, δυναμικό κόσμο.

    Η κοινωνική δικτύωση και άλλα ψηφιακά μέσα έχουν υποσχεθεί να μας ανοίξουν υπέροχες νέες προοπτικές, όλες με πρόσβαση από την άνεση του σπιτιού μας. Θα ξεπερνούσαν τους περιορισμούς της «πρόσωπο με πρόσωπο» επικοινωνίας που μας κλείνουν στους μικρούς ατομικούς μας κόσμους – τους λίγους ανθρώπους που συναντάμε στην καθημερινή μας ζωή.

Η κρίσιμη συνιστώσα στην κοινωνική δικτύωση είναι η αφαίρεση του χρόνου ως εμποδίου. Στον πραγματικό κόσμο, σύμφωνα με έρευνα που έγινε από εμένα και άλλους, αφιερώνουμε κατά μέσο όρο 40% του κοινωνικού μας χρόνου κάθε εβδομάδα στους πέντε πιο σημαντικούς ανθρώπους που γνωρίζουμε, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν μόλις το 3% του κοινωνικού μας κύκλου. Εφόσον ο χρόνος που επενδύεται σε μια σχέση προσδιορίζει την ποιότητά της, το να έχουμε πάνω από πέντε στενούς φίλους είναι δύσκολο, όταν επικοινωνούμε πρόσωπο με πρόσωπο.

    Τα στιγμιαία μηνύματα και η κοινωνική δικτύωση υποτίθεται ότι λύνουν αυτό το πρόβλημα, επιτρέποντάς μας να μιλάμε με όσους ανθρώπους θέλουμε, και μάλιστα ταυτόχρονα. Σαν το φως του φάρου που αναβοσβήνει, τα μηνύματά μας εξακτινώνονται μέσα στη νύχτα προς κάθε πλοίο που τυχαίνει να περνάει μέσα στην εμβέλεια της διαδικτυακής σύνδεσης. Μπορούμε να εκπέμπουμε, κυριολεκτικά, προς όλο τον κόσμο.

Εκείνοι που ανέπτυξαν το Facebook παραμέλησαν ένα κρίσιμο συστατικό του περίπλοκου ζητήματος της δημιουργίας σχέσεων: το μυαλό μας. Ο νους μας δεν είναι σχεδιασμένος να μας επιτρέπει να έχουμε πάνω από έναν πολύ περιορισμένο αριθμό ανθρώπων στον κοινωνικό μας κύκλο. Η συναισθηματική και διανοητική επένδυση που απαιτούν οι στενές σχέσεις είναι σημαντική και το διαθέσιμο κεφάλαιό μας γι’ αυτήν είναι περιορισμένο.

    Μέσα από την έρευνα διαπίστωσα πως οι περισσότεροι από μας μπορούμε να διατηρήσουμε μόνο περί τις 150 ουσιαστικές σχέσεις –διαδικτυακές ή όχι- αριθμός που βαφτίστηκε με το όνομά μου: Dunbar number. Ναι, μπορείς να «κάνεις φίλους» 500, 1.000 ή και 5.000 ανθρώπους μέσα από το Facebook, όλοι, όμως, πέρα από τους «βασικούς» 150, είναι απλώς θεατές της καθημερινής σου ζωής

    Επιπλέον, οι άνθρωποι που συμμετέχουν στους ηλεκτρονικούς κοινωνικούς κύκλους είναι, για τους περισσότερους από μας, οι ίδιοι που περιλαμβάνονται στους εκτός Διαδικτύου φίλους και γνωστούς μας. Στην πραγματικότητα, ο μέσος αριθμός φίλων στο Facebook είναι 120-130, λίγο λιγότεροι δηλαδή από τον «αριθμό Ντάνμπαρ», έτσι ώστε να αφήνουν χώρο για όσους, για λόγους ηλικίας ή άλλους, δεν έχουν αποκτήσει την ψηφιακή συνήθεια. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης δεν προσφέρουν σημαντικό έργο – τη βοήθεια να διατηρούμε επαφή με τους υπάρχοντες φίλους.

    Μέχρι σχετικά πρόσφατα, οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο ζούσαν σε μικρές αγροτικές κοινότητες όπου οι «150 φίλοι» για τους οποίους μιλάμε τώρα, γνώριζαν όλοι ο ένας τον άλλο. Η κοινωνική και οικονομική κινητικότητα που αναπτύχθηκε τον τελευταίο αιώνα έφθειρε αυτή την αλληλοσύνδεση. Καθώς κινούμαστε στη χώρα μας και έξω από αυτήν, συλλέγουμε μικρούς πυρήνες φίλων που δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους.

    Οι πρόγονοί μας ήξεραν τους ίδιους ανθρώπους σ’ όλη τους τη ζωή, ενώ εμείς μπορούμε να χάσουμε την επαφή και με τους πιο στενούς μας φίλους. Η συναισθηματική εγγύτητα φθίνει με γοργό ρυθμό όταν λείπει η προσωπική επικοινωνία. Το Facebook και άλλες ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης μας επιτρέπουν να διατηρήσουμε φιλίες που αλλιώς θα έσβηναν. Και κάνουν επίσης κάτι άλλο εξίσου σημαντικό: μας επιτρέπουν να ξαναπλέξουμε το δίκτυό μας έτσι ώστε, αντί να έχουμε μικρά σύνολα ασύνδετων φίλων, να κτίσουμε, έστω και ψηφιακά, τις παλιές κοινότητες όπου όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους.

* Ο κ. Ρόμπιν Ντάνμπαρ είναι καθηγητής εξελικτικής ανθρωπολογίας και συγγραφέας του βιβλίου «Πόσους φίλους χρειάζεται ένας άνθρωπος;».

 International Herald Tribune

Όψεις /ΕΦ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 31/12/2010-2/1/2011

http://wwk.kathimerini.gr/kathnews/images/dot_clear.gif

 

Δημήτρης Τσιριγώτης[1] , Το δημιουργικό μπάχαλο και τα παιδιά του multitasking

Στη σύγχρονη εποχή θεωρώ ότι το μεγαλύτερο δίλημμα που μπορεί να αντιμετωπίσει ένας  εκπαιδευτικός είναι το εξής: να μείνει ακλόνητος στη θέση του βάζοντας κόντρα στην καταιγιστική πορεία των μαθητών του προς το μέλλον με πιθανό όμως κίνδυνο το μεταξύ τους χάσμα να γίνει τεράστιο ή να ακολουθήσει από κοντά την πορεία των μαθητών του, μειώνοντας το χάσμα, παίρνοντας όμως το ρίσκο του τι επιφυλάσσει το χωρίς φρένα ταξίδεμα όλων προς το μέλλον;

 

Το δημιουργικό μπάχαλο και τα παιδιά του multitasking

Τη σημερινή εποχή, κακά τα ψέματα, η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών καταναλώνει μεγάλο μέρος από την ενέργειά της για την επίτευξη ησυχίας και τάξης μέσα στην αίθουσα. Η αιτιολογία που προβάλει είναι πως η μάθηση προϋποθέτει συγκέντρωση και η συγκέντρωση με τη σειρά της προϋποθέτει ησυχία. Σωστά, μόνο που κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια. Για τους μαθητές της σημερινής εποχής δεν φαίνεται να ισχύει κάτι τέτοιο.

Οι νέοι σήμερα έχουν πολύ πιο αυξημένη την ικανότητα για multitasking = πολυδιεργασία (να κάνουν ταυτόχρονα πολλά πράγματα μαζί). Πάρα πολλοί από αυτούς μπορούν να προσέχουν στο μάθημα ενώ ταυτόχρονα κάνουν και κάτι άλλο όπως π.χ να μιλάνε με το διπλανό τους. Οι εκπαιδευτικοί από την μεριά τους το χαρακτηρίζουν έλλειψη συγκέντρωσης, αλλά μήπως όμως τελικά πρόκειται για ένα νέο είδος δεξιότητας που εκείνοι απλά δεν κατέχουν; Παλαιότερα οι καλοί σε επίδοση μαθητές ήταν πάντα ήσυχοι και συγκεντρωμένοι μέσα στην τάξη. Τη σημερινή εποχή σε αρκετό ποσοστό «οι καλοί μαθητές» είναι αρκετά ανήσυχοι και με διασπασμένη προσοχή. Παλαιότερα όταν οι μαθητές ένιωθαν ότι κάτι τους ενδιέφερε έκαναν ησυχία για να ακούσουν. Σήμερα όταν κάτι τους κεντρίζει το ενδιαφέρον, θέλουν να πουν. Και έχουν ανυπομονησία να πουν, γι’ αυτό μπορεί να μιλάνε όλοι μαζί και χωρίς να τους έχει δοθεί ο λόγος πρώτα.

Είναι συνηθισμένη πλάνη να πιστεύουμε ότι η ησυχία μέσα στην τάξη συνεπάγεται και παρακολούθηση του μαθήματος αλλά και το αντίστροφο ότι κάθε φασαρία είναι ένδειξη αδιαφορίας για το μάθημα. Παράδειγμα: προσωπικά μου συμβαίνει πολύ συχνά τελευταία ο υπερβάλλων ζήλος των μαθητών να αποδιοργανώνει την τάξη και να διαταράσσει την ησυχία. Οφείλω βέβαια να παραδεχτώ ότι εκείνος που αποδιοργανώνεται τελικά από μια τέτοια στάση των μαθητών είμαι μάλλον εγώ ο ίδιος και όχι εκείνοι.  Ίσως έχει έρθει ο καιρός που εμείς οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αυξήσουμε το όριο ανοχής μας στη φασαρία των μαθητών. Να μάθουμε να την αντέχουμε λίγο παραπάνω και να μην την ενοχοποιούμε εκ προοιμίου ως ένδειξη αδιαφορίας προς το μάθημα. Υπάρχει η αυξημένη πιθανότητα να πρόκειται για έκρηξη ενδιαφέροντος. Το δημιουργικό μπάχαλο είναι σίγουρα καλύτερο από την ησυχία νεκροταφείου.

 

Παθητικά παιδιά ή παθητική παιδεία;

Το θέμα είναι ότι τα παιδιά σήμερα λόγω της έκρηξης της τεχνολογίας έχουν μάθει να έχουν άμεση πρόσβαση στο καθετί και στον καθένα (να είναι online) και έτσι θεωρούν ότι μπορούν να έχουν άμεση ανταπόκριση και από τους εκπαιδευτικούς τους. Γι’ αυτό είναι ανυπόμονοι και άμεσοι όσον αφορά την εκδήλωση διάθεσης επικοινωνίας. Και την ώρα που κάτι τους κεντρίζει το ενδιαφέρον και αποφασίζουν να αναλάβουν δράση, έστω και αν αυτή είναι σπασμωδική και άκομψη, εμείς οι εκπαιδευτικοί τους κόβουμε λέγοντάς τους: «μείνετε ακίνητοι, κάντε ησυχία και ακούστε»!! Και μετά αναρωτιόμαστε γιατί τα σημερινά παιδιά είναι τόσο παθητικά.

Επικρατεί η άποψη ότι για την παθητικότητα των σημερινών παιδιών ευθύνεται η υπερβολική τους ενασχόληση με τα καλούδια των νέων τεχνολογιών: κινητά, υπολογιστές, ίντερνετ κ.α. Ας δούμε το θέμα με μια άλλη ματιά. Κατά τη γνώμη μου την παθητικότητα ενός παιδιού δεν την αυξάνει το μεγάλο μέγεθος της πληροφορίας που δέχεται από τις τεχνολογικές συσκευές αλλά το γεγονός ότι δεν ξέρει τι να την κάνει αυτή την πληροφορία. Κανείς δεν του μαθαίνει τι να πετάξει, τι να κρατήσει και πώς να την κάνει δημιουργική αυτή την πληροφορία. Το σχολείο με τον τρόπο του λέει: «Πέτα τη όλη, είναι άχρηστη και επικίνδυνη. Ασχολήσου μόνο με τα επιτεύγματα του παρελθόντος». Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τα παιδιά να ζουν στο μέλλον έξω από το σχολείο και το σχολείο να τα επαναφέρει απότομα στο παρελθόν. Ο απόλυτος διχασμός. Μήπως τελικά παθητικότητα επιδεικνύει και ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα όταν επιμένει σε μεθόδους του παρελθόντος που είναι φανερό ότι δεν έχουν αποτέλεσμα στα σημερινά παιδιά; Είναι μεγάλη ψευδαίσθηση να πιστεύουμε εμείς οι εκπαιδευτικοί ότι είμαστε θεματοφύλακες του πλούτου του παρελθόντος όταν το παρελθόν όλο και περισσότερο μοιάζει και πιο μακρινό και κινδυνεύει σε λίγα χρόνια να μην φαίνεται  πια καθόλου στον ορίζοντα.

Κατά τη γνώμη μου ήρθε η ώρα που οι εκπαιδευτικοί και το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να αποδεχτούν το νέο τους ρόλο: να περιορίσουν το χάσμα που πάει να δημιουργηθεί ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον. Όχι όμως μένοντας προσκολλημένοι στο παρελθόν, ούτε προσπαθώντας να ανακόψουν το μέλλον, αλλά ενώνοντας τα δύο με γέφυρα το παρόν.

 

Ένα επικίνδυνο χάσμα: εκπαιδευτικοί στο παρελθόν και μαθητές στο μέλλον

Συγκρίνοντας  τους μαθητές από γενιά σε γενιά διακρίνουμε μια δραματική αλλαγή στη στάση τους απέναντι στη διδασκαλία. Ένα ίσως βιαστικό συμπέρασμα θα καταλήξει ότι οι σημερινοί μαθητές προσέχουν λιγότερο, καταλαβαίνουν λιγότερα και ενδιαφέρονται λιγότερο για τη γνώση. Μάλιστα ως η σημαντικότερη αιτία αυτών προβάλλεται η αποβλάκωσή τους από τη χρήση των νέων τεχνολογιών. Βέβαια το να λέμε το εξής: «τα παιδιά σήμερα έχουν χαζέψει από το πολύ κινητό και ίντερνετ» είναι λιγάκι παράδοξο από τη στιγμή που εμείς είμαστε αυτοί που το εφηύραμε, το καθιερώσαμε και τους το αγοράζουμε.

Θα τολμήσω να εκφράσω μια άποψη που είμαι σίγουρος ότι θα προκαλέσει έντονο και εύλογο αντίλογο. Μήπως ο κόσμος πλέον γύρω μας αλλάζει με μεγάλη ταχύτητα εκτός από ένα πράγμα που επιμένει να μένει στάσιμο εδώ και δεκαετίες: οι προσδοκίες των εκπαιδευτικών από τους μαθητές τους. Οι εκπαιδευτικοί στην πλειοψηφία τους έχουν τις ίδιες απαιτήσεις και προσδοκίες από τους σημερινούς μαθητές με εκείνες που είχαν και από τις παλαιότερες γενιές μαθητών. Συνεχίζουν να επιζητούν το μοντέλο του ήσυχου και «διαβαστερού» μαθητή σε μία εποχή με πολύ «θόρυβο», εξωφρενική ταχύτητα και απειρίζουσα πληροφορία. Μήπως το πρότυπο που έχουν στο μυαλό τους είναι η δική τους στάση ως μαθητές πριν από πολλά χρόνια;

Τα σημερινά παιδιά φαίνεται να παρουσιάζουν έλλειμμα κριτικής σκέψης. Είναι φως φανάρι το γιατί: το μάθημα που τους παρέχουμε είναι για παιδιά του μακρινού παρελθόντος. Συνεχίζουμε να τα φορτώνουμε με πληροφορία η οποία αναπόφευκτα χάνεται μέσα στην τεράστια πληροφορία που έτσι και αλλιώς δέχονται καθημερινά, ενώ στο μέλλον, που συνεχώς έρχεται όλο και πιο γρήγορα, το μόνο που θα τους χρειαστεί είναι η κριτική σκέψη. Μήπως αυτό που οι εκπαιδευτικοί ονομάζουν αδιαφορία και ανικανότητα των σημερινών μαθητών δεν είναι τίποτα άλλο πάρα το τεράστιο χάσμα μεταξύ εκπαιδευτικής διαδικασίας και μαθητών το οποίο δημιουργήθηκε γιατί οι εκπαιδευτικοί στην μεγάλη τους πλειοψηφία επιμένουν στα ίδια ενώ οι μαθητές είναι συνεχώς σε κάτι καινούργιο;

Το θέμα λοιπόν είναι πώς θα καταφέρουμε το χάσμα αυτό να μην γίνει τάφρος. Υπάρχει τρόπος ή είναι κάτι τέτοιο είναι αναπόφευκτο; Το μόνο σίγουρο είναι πως η φόρα των μαθητών προς το μέλλον δεν ανακόπτεται και δεν είναι σωστό να ανακοπεί. Η εκπαιδευτική πράξη πρέπει να λαμβάνει υπόψη το πώς πραγματικά είναι οι μαθητές σήμερα και όχι το πώς θα θέλαμε να είναι. Είναι ζωτική ανάγκη οι εκπαιδευτικοί να συνειδητοποιήσουν τις ιδιαιτερότητες των σημερινών μαθητών και να τις αποδεχτούν. Η αποδοχή της διαφορετικότητας και η ενσυναίσθηση είναι οι γέφυρες στο χάσμα που υπάρχει μεταξύ τους. Αντίθετα η χειραγώγηση, η κατήχηση, η πατερναλιστική διάθεση και η ενοχοποίηση μεγεθύνουν το χάσμα αυτό.

 

Ένα διδακτικό παραμύθι: «Όταν το παρελθόν συνάντησε το μέλλον»

Ακούστε ένα παραμύθι από το παρελθόν μέχρι το μέλλον. (Γι’ αυτό δεν ξεκινάει με το: Μια φορά και ένα καιρό…). Οι μαθητές ήταν οι επιβάτες μιας υπερταχείας αμαξοστοιχίας που έτρεχε με υπερηχητική ταχύτητα και οι εκπαιδευτικοί ήταν οι ελεγκτές της κυκλοφορίας ακίνητοι δίπλα στις ράγες να φωνάζουν στους μαθητές: «ιστορία, λογοτεχνία, επιστήμες, ο πλούτος του παρελθόντος, αξίες, ελαττώστε ταχύτητα γιατί…..» Αλλά οι μαθητές δεν γινόταν να ακούσουν αφού έτρεχαν πιο γρήγορα από την ταχύτητα του ήχου.

Πέρασε ο καιρός, είδαν και αποείδαν οι εκπαιδευτικοί και σκέφτηκαν ότι αφού ο ήχος δεν φτάνει στους μαθητές τους να τους τα δείχνουν όλα με εικόνες. Έτσι έκαναν όλη τη γνώση power-point και βίντεο. Μόνο που δεν είχαν προβλέψει την εξέλιξη της τεχνολογίας και πως η αμαξοστοιχία των μαθητών δεν έτρεχε πια με την ταχύτητα του ήχου αλλά του φωτός. Οι μαθητές δεν προλάβαιναν πλέον να δουν τίποτα από τον έξω κόσμο μέσα από τα παράθυρα της αμαξοστοιχίας. Οπότε όλη αυτή η δουλειά των εκπαιδευτικών με τις εικόνες πήγε στράφι και ένιωθαν αόρατοι για τους μαθητές τους. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν οι μαθητές πλέον ήταν να παρατηρούν τον κόσμο μέσα από κάτι μικρές οθόνες που είχαν μαζί τους μέσα στην αμαξοστοιχία. Και έτσι σταμάτησαν να κοιτάνε έξω. Το χάσμα μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών κινδύνευε να γίνει τάφρος μιας και οι μαθητές όλο ξεμάκραιναν και οι εκπαιδευτικοί έμεναν ασάλευτοι στην ίδια θέση.

Οι εκπαιδευτικοί τότε αποφάσισαν να τα παίξουν όλα για όλα. Σε κάποια στάση από τις λιγοστές που έκανε η αμαξοστοιχία επιβιβάστηκαν και αυτοί και πολύ διακριτικά έκατσαν σε διπλανές θέσεις με τους μαθητές τους. Οι μαθητές αν και παραξενεύτηκαν στην αρχή από την παρουσία των εκπαιδευτικών μετά από λίγο επέστρεψαν το βλέμμα τους πάλι στις μικρές οθόνες. Τότε συνέβη κάτι περίεργο: οι εκπαιδευτικοί ρώτησαν τους μαθητές αν θα τους επέτρεπαν να κοιτάξουν και εκείνοι μέσα από τις μικρές οθόνες των μαθητών. Οι μαθητές δέχτηκαν με  απροθυμία και καχυποψία φοβούμενοι την επίπληξη και την κατήχηση που πιθανόν να ακολουθούσε. Οι εκπαιδευτικοί όμως άρχισαν να δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για τις οθόνες και να ρωτάνε τι είναι εκείνο, τι είναι το άλλο.

Οι μαθητές ξαφνιάστηκαν. Δεν περίμεναν μια τέτοια στάση των εκπαιδευτικών και σήκωσαν το βλέμμα από τις οθόνες αναζητώντας τα μάτια των συμμαθητών τους για να δουν αν όλοι είχαν την ίδια εντύπωση. Όλοι κοιταζόντουσαν πλέον στα μάτια με ματιές συνωμοτικές, σαν να μοιράζονταν το ίδιο μυστικό. Κάποιοι μάλιστα κοίταξαν έξω από τα παράθυρα και είδαν για πρώτη φορά τον κόσμο όπως ήταν στην πραγματικότητα. Είδαν την ιστορία, τη λογοτεχνία, τις επιστήμες, τις τέχνες και όλο αυτό τον πλούτο του παρελθόντος.  Εύλογα οι περισσότεροι πίστεψαν ότι η αμαξοστοιχία είχε σταματήσει να τρέχει. Βλέπετε, δεν τους πέρναγε ποτέ από το μυαλό ότι απλά ο κόσμος πλέον έτρεχε μαζί τους.

 

Ο πλούτος του παρελθόντος να είναι πυξίδα ή άγκυρα;

Και αν θέλουμε οι μαθητές να μην ξεχάσουν την ιστορία, την λογοτεχνία, τις επιστήμες, την τέχνη και όλο αυτό τον πλούτο του παρελθόντος η μόνη λύση είναι να τα πάρουμε όλα αυτά μαζί μας ως πυξίδα στο ταξίδι μας για το μέλλον και όχι να τα χρησιμοποιήσουμε ως άγκυρα επειδή φοβόμαστε το ταξίδι. Το ταξίδι αυτό είναι αναπόφευκτο να γίνει και προσοχή: αν η άγκυρα σπάσει θα μείνει για πάντα στα βάθη των ωκεανών.

https://www.alfavita.gr/ekpaideysi/307057_diastellomeno-hasma-metaxy-mathiton-kai-ekpaideytikon



[1] Ο Δ. Τσιριγώτης είναι  φυσικός.

 Βιστωνίτης  Αναστάσης, Οι βάρβαροι και οι νεοβάρβαροι

Μόνο με τον διάλογο, την ανεκτικότητα και τη συνύπαρξη των διαφορών θα αφήσουμε πίσω μας την εποχή των πολέμων, του φονταμενταλισμού και της αντιπαράθεσης Δύσης- Ισλάμ, υποστηρίζει ο γνωστός θεωρητικός Τσβετάν Τοντόροφ

Πριν από αρκετά χρόνια, αναφερόμενος στα προβλήματα Παιδείας και ευαισθησίας που δημιουργούσε η επελαύνουσα εξειδίκευση, ο Ρόμπερτ Γκρέιβς παρατηρούσε:«Το να ξέρει κανείς καλά μόνο ένα πράγμα σημαίνει πως έχει το μυαλό ενός βαρβάρου» . Είναι ένας εξαίρετος αφορισμός ο οποίος εκτός από πολιτισμικές έχει και πολιτικές διαστάσεις. Σημαίνει δηλαδή ότι, γνωρίζοντας μόνο ένα πράγμα, αδυνατείς να καταλάβεις τους γύρω σου και κατ΄ επέκταση όσους δεν σκέφτονται σαν και εσένα. Αλλά σε μιαν εποχή μεγάλων μετακινήσεων πληθυσμών και εκρηκτικής ανάπτυξης του τομέα της ενημέρωσης και των πληροφοριών αυτό μπορεί να είναι και επικίνδυνο. Ο σύγχρονος πολιτισμός αποδεικνύει πως δεν υφίσταται μία και μόνη αλήθεια ή πιο σωστά μία και μόνη ερμηνεία. Υπάρχουν βεβαίως κοινές αρχές που αποτελούν τον συνδετικό ιστό της κάθε κοινωνίας. Και κάποιες από αυτές είναι τόσο ισχυρές ώστε να μπορούν να συστεγασθούν εκεί απόψεις και ερμηνείες που δεν είναι απαραίτητο να συμφωνούν μεταξύ τους. Ο σημερινός πολιτισμός της διαφοράς είναι ο πολιτισμός της Ευρώπης και στο πλαίσιο αυτό κινείται το βιβλίο του Ο φόβος των βαρβάρων. Πέρα από τη σύγκρουση των πολιτισμών του Τσβετάν Τοντόροφ.

Εναντίον του Χάντιγκτον

Ο Τοντόροφ ανήκει στους σημαντικότερους στοχαστές και θεωρητικούς της λογοτεχνίας στην Ευρώπη. Βουλγαρικής καταγωγής, στα 26 χρόνια του εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και έκτοτε γράφει τα βιβλία του στα γαλλικά. Το έργο του εντάσσεται στη μακρά παράδοση της χώρας του Μοντέν στην οποία οι συγγραφείς, οι φιλόσοφοι και οι κοινωνιολόγοι είναι κατά κανόνα και πολιτικοί στοχαστές πρώτης γραμμής. Συνιστούν με άλλα λόγια εκείνους που αποκαλούμε διανοουμένους. Ακολουθώντας λοιπόν αυτή την παράδοση ο συγγραφέας καταθέτει τις απόψεις για ένα από τα μείζονα ζητήματα της εποχής μας: της στάσης μας έναντι των πολιτισμικών και κοινωνικών παραδόσεων εκτός δυτικής τυπολογίας και του πώς μέσω των μεταναστών και των ποικίλων εθνικών ομάδων τους στα μητροπολιτικά κέντρα της Δύσης επηρεάζουν τη ζωή και τη στάση των γηγενών.
Οπως δηλώνει και ο τίτλος ο Τοντόροφ είχε ως στόχο να γράψει ένα βιβλίο που να αντιτίθεται στη θεωρία περί σύγκρουσης των πολιτισμών του Χάντιγκτον, κατά συνέπεια ένα βιβλίο ευρωπαϊκό, βασισμένο στις αρχές της ανεκτικότητας, του διαλόγου και της συνύπαρξης των διαφορών που διαμορφώνουν το ιδεολογικό υπόστρωμα μιας διαδικασίας την οποία αποκαλούμε ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Το πρώτο που μπορεί να πει κανείς είναι ότι υπάρχουν ακόμη στην Ευρώπη διανοητές πρώτης γραμμής οι οποί οι μπορούν να εκφέρουν σοβαρό και υπεύθυνο λόγο ικανό να αντισταθεί στην πολιτισμική και πολιτική ηγεμονία των Αγγλοσαξόνων. Το γεγονός έχει μεγάλη σημασία και μόνο για το ότι αυτός ο εκ των πραγμάτων πολιτισμικός ιμπεριαλισμός έχει τα όριά του αλλά και υπάρχουν έργα και διανοούμενοι στην Ευρώπη που μπορούν να αρθρώσουν λόγο ικανό να αντιπαρατεθεί στον εμπειρισμό, στον πολιτικό πατερναλισμό, στη μαζική κουλτούρα και στη γλωσσική μονοκρατορία των Αγγλοσαξόνων. Ετσι, ακόμη και αν η Ευρώπη δεν ορίζει τη διεθνή πολιτική και πολιτιστική ατζέντα, ο ρόλος των διανοουμένων της είναι να συμμετάσχουν στη συζήτηση ώστε να προβληθούν τα ποιοτικά στοιχεία που η αυτοκρατορική αυταρέσκεια και η συναφής επιθετικότητα επιχειρούν να παρακάμψουν. Ο Τοντόροφ επομένως ανήκει στους διανοουμένους που δεν συζητούν για το πλαίσιο, που δεν περιορίζονται στα όρια μιας από άλλους κανονισμένης ατζέντας αλλά υποδεικνύουν το ουσιαστικό πεδίο- το πέραν και το παρά, όπου υπάρχουν βέβαια και άλλες, πιο δίκαιες λύσεις.

Ξεκινώντας από τη διαπίστωση ότι αυτό που καθόρισε πρωτίστως τη φυσιογνωμία της Ευρώπης τον 20ό αιώνα ήταν η σύγκρουση των ολοκληρωτισμών διαπιστώνει ότι η επικράτηση της δημοκρατίας δημιούργησε νέα προβλήματα. Η τεχνολογική επανάσταση δεν εξαφάνισε τον παλιό κόσμο και η άνιση ανάπτυξη ενίσχυσε τα υποφώσκοντα φονταμενταλιστικά δόγματα.

Διάλογος και όχι γκετοποίηση

Η ανάλυση, η σύγκριση και η άντληση γενικών συμπερασμάτων ως συνέχεια των ad hoc παρατηρήσεων είναι γνωρίσματα του ολοκληρωμένου διανοούμενου. Αυτού που, αν δεν αντιπαρατίθεται, τουλάχιστον αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό τις όποιες μεταμοντερνιστικές μόδες και που αναζητεί το νόημα γιατί τον ενδιαφέρουν οι σημασίες των πραγμάτων. Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας που κήρυξε ο Τζορτζ Μπους, λ.χ., βασίζεται σε στρεβλή μεταφορά. Ο Μπους δεν είναι ο Κλαούζεβιτς των Βαπτιστών του αμερικανικού Νότου. Είναι ένα κακέκτυπο του Χομπς ο οποίος υποστήριζε ότι οι άνθρωποι κατανοούν ο ένας τον άλλον και στη συνέχεια την κοινωνία και την όποια κατάσταση πραγμάτων μόνο μέσω του φόβου, ενός αισθήματος αρχέγονου- και στις ιστορικές κοινωνίες, βεβαίως ατελούς.

Βάρβαρος όμως είναι και αυτός που δεν έχει πολιτικά δικαιώματα ή τα έχει χάσει. Βάρβαρος, για να πάμε στην αρχική νοηματοδοσία, είναι και εκείνος που δεν μιλάει ελληνικά, δηλαδή- μεταφορικά- που δεν εκφράζεται στην κυρίαρχη γλώσσα της κοινότητας και έχει άλλη θρησκεία. Κάντε μια προβολή όλων αυτών πάνω σε έναν μουσουλμάνο μετανάστη στη Δύση και βρήκατε τον άνθρωπό σας. Βρήκατε τον «βάρβαρο» που οι εντός των τειχών θέλουν είτε να τον απομονώσουν είτε να τον διώξουν είτε γενικώς να απαλλαγούν από αυτόν με όποιον τρόπο. Αν οι μουσουλμάνοι μετανάστες είναι οι νέοι βάρβαροι, τότε ο κλασικός φόβος μπροστά στην ελευθερία εκφράζεται ως φόβος για τον διάλογο, τη συνύπαρξη, την κατανόηση. Ετσι δημιουργούνται οι περιοχές αποκλεισμού, οι διαχωριστικές γραμμές και τα νέα εθνολογικά και πολιτισμικά σύνορα μέσα στις δυτικές μητροπόλεις όπως τα αναγνωρίζουμε στο φαινόμενο που αποκαλούμε γκετοποίηση. Τότε λοιπόν η βαρβαρότητα γίνεται το κύριο γνώρισμα των άλλων, των «αντιβαρβάρων».


«Ιδιωτεία» και πολιτική δράση

Υπάρχει ευρωπαϊκή απάντηση σε όλα αυτά; Για να υπάρξει, θα πρέπει να σκεφτούμε πάνω στο θέμα της ευρωπαϊκής ταυτότητας, υποστηρίζει ο Τοντόροφ, εννοώντας φυσικά ότι το ευρωπαϊκό πολιτισμικό και κοινωνικό πρότυπο είναι ό,τι καλύτερο διαθέτουμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, το μόνο που αν το επεξεργαστούμε σωστά μπορεί να μας βοηθήσει να αφήσουμε πίσω μας κάποια στιγμή, έστω και στο απώτερο μέλλον, την εποχή των πολέμων. Η πραγματική βαρβαρότητα για τον ίδιο είναι «η μη αναγνώριση της ανθρώπινης υπόστασης των άλλων». Ρατσισμό θα το λέγαμε απλούστερα. Αλλά η ευρωπαϊκή ταυτότητα θεμελιώνεται ως πολλαπλότητα στο εσωτερικό της- και άρα τα όρια της Ευρώπης είναι δυσδιάκριτα. Αν όμως τηρούνται οι βασικές κοινωνικές και πολιτειακές αρχές της, οι οποίες αποτελούν συνέχεια της εποχής του Διαφωτισμού, η Ευρώπη μπορεί να εξελιχθεί σε κάτι περισσότερο από μιαν Ομοσπονδία. Σε μια νέα Κοινωνία των Εθνών, όπως ελπίζει ο Τοντόροφ. Και αυτό γιατί, διατείνεται, πολλοί Ευρωπαίοι μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έχουν εισέλθει σε μεταεθνική και μεταθρησκευτική φάση. Γι΄ αυτό και το πεδίο των ενδιαφερόντων τους έχει περιοριστεί και σε μεγάλο ποσοστό στεγανοποιηθεί, περιλαμβάνοντας μόνο την οικογένεια, το επαγγελματικό και το φιλικό τους περιβάλλον.

Μπορεί όμως η ανθρώπινη δράση να υπάρξει χωρίς πολιτικό πλαίσιο; Τα αποτελέσματα των πρόσφατων ευρωεκλογών δείχνουν το αντίθετο, τι ακριβώς σημαίνει αυτή η νέα «ιδιωτεία» (σύμφωνα με την αρχαιοελληνική έννοια): απολιτικές κοινωνίες ή πιο σωστά απολιτικοποίηση μεγάλων στρωμάτων του πληθυσμού και ταυτοχρόνως άνοδο της Ακροδεξιάς η οποία φέρνει ξανά στο προσκήνιο την απειλή της πραγματικής βαρβαρότητας: της κατασταλτικής και ολοκληρωτικής κοινωνίας που επιβλήθηκε στην Ευρώπη κατά τον Μεσοπόλεμο και στοίχισε στην ανθρωπότητα 50.000.000 νεκρούς.

Θα πρέπει να ξεφύγουμε από τους μανιχαϊσμούς, καταλήγει ο Τοντόροφ. Να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα των μέσων καταστροφής που έχει παραγάγει η τεχνολογία και που απειλούν να καταστρέψουν τον πλανήτη μας. Χρειαζόμαστε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, μας λέει με άλλα λόγια αυτός ο συνεπής μαθητής του Ρουσό. Εχει έρθει η ώρα να αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του.

Εφ. ΤΟ ΒΗΜΑ 26/07/2009

Σώτη Τριανταφύλλου : Οικουµενικά δικαιώµατα και πολυπολιτισµικότητα

             Η διαµάχη γύρω από τις «πολιτιστικές» ιδιαιτερότητες των τσιγγάνων («πρέπει να τους επιβληθεί να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο»; «πρέπει να εφαρµοστεί στις κοινότητές τους ο νόµος περί παιδικής εργασίας;») και, αυτές τις ηµέρες, γύρω από τις ιδιαιτερότητες του ξεσηκωµένου Μαγκρέµπ, έχει, στην ουσία, λυθεί από το 1948, όταν ψηφίστηκε η Οικουµενική ∆ιακήρυξη των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου. Η διακήρυξη απαντούσε σ’ ένα θεµελιώδες διακύβευµα στο τέλος του δευτέρου παγκοσµίου πολέµου: στην απαλλαγή της ανθρωπότητας από την απειλή του ολοκληρωτισµού. Με σκοπό να εξαλειφθεί το επιχείρηµα της πλήρους κυριαρχίας που προβάλλει ένα κράτος όταν διαπράττει εγκλήµατα κατά της ανθρωπότητας στο έδαφός του, οι χώρες-µέλη του ΟΗΕ έπρεπε να δεσµευτούν ότι θα σέβονται τα «οικουµενικά» δικαιώµατα. Μέχρι τότε, οποιοσδήποτε δικτάτορας –ο Μουσολίνι, ο Χίτλερ, ο Στάλιν, καθώς και οι αρχηγοί των αποικιών και των προτεκτοράτων– θεωρούσε τον εαυτό του κυρίαρχο στη χώρα του˙ άρα, εξίσου ελεύθερο να προβεί σε γενοκτονία, σε µαζικές εκκαθαρίσεις, σε ρύπανση του περιβάλλοντος και σε άλλες εγκληµατικές αυθαιρεσίες που αφορούν ολόκληρο τον κόσµο.


            Ψήφισαν τότε 48 από τις 58 χώρες-µέλη. Οκτώ χώρες απείχαν: η Νοτιοαφρικανική Ένωση εξαιτίας του απαρτχάιντ το οποίο εννοείται ότι καταδίκαζε η ∆ιακήρυξη·˙η Σαουδική Αραβία διότι δεν δεχόταν την ισότητα ανδρών-γυναικών˙ η Σοβιετική Ένωση (Ρωσία, Ουκρανία, Λευκορωσία), η Πολωνία, η Τσεχοσλοβακία, η Γιουγκοσλαβία µε το πρόσχηµα ότι η ∆ιακήρυξη δεν προχωρούσε όσο θα «έπρεπε» στα οικονοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα, ούτε σ’ εκείνα των µειονοτήτων. Η Ρωσία αντιτέθηκε επίσης στην αυστραλιανή πρόταση να δηµιουργηθεί ∆ιεθνές ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων που να εξετάζει καταγγελίες πολιτών για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωµάτων. Κοντολογίς, υπήρχαν χώρες που δεν αναγνώριζαν την οικουµενικότητα των δικαιωµάτων αυτών. Και χώρες που, µολονότι την αναγνώριζαν, δεν είχαν πρόθεση να εφαρµόσουν το λεγόµενο «δυτικό µοντέλο» στις χώρες τους. Για παράδειγµα, ο εκπρόσωπος της Κίνας (όχι του Μάο· του Τσανγκ Κάι Σεκ) διαµαρτυρήθηκε για την κυριαρχία της δυτικής νοοτροπίας στις προτάσεις του ΟΗΕ. Ωστόσο, δεν φαίνεται να υπάρχει άλλη εξίσου πειστική νοοτροπία που να εξασφαλίζει, θεωρητικά τουλάχιστον (το «θεωρητικά» είναι ήδη µεγάλο βήµα), δικαίωµα σε µια εθνικότητα, στην κοινωνική ασφάλιση, στην αξιοπρέπεια και στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Αν και αυτή η διακήρυξη έχει µόνο δηλωτική και όχι νοµική εγκυρότητα, έπαιξε σηµαντικό ρόλο από το 1948: οι αποικιοκρατούµενοι λαοί αγωνίστηκαν για την ανεξαρτησία τους και το µαχητικό πνεύµα διαδόθηκε παντού στον κόσµο.

            Με κυµαινόµενα αποτελέσµατα πράγµατι.


Ποιο είναι το πρόβληµα που αναδύεται σήµερα εντονότερο από ποτέ: παρότι οι δυτικές δηµοκρατίες προβάλλουν σίγουρα ένα ελκυστικό µοντέλο ανθρωπίνων δικαιωµάτων, υπάρχει ένα µοιραίο διφορούµενο. Για παράδειγµα, προκειµένου να εξυπηρετήσει τα οικονοµικά της συµφέροντα στην Τυνησία, η Γαλλία στήριξε το δεσποτικό καθεστώς του Μπεν Αλί: οι αναπτυγµένες χώρες δεν αναγνωρίζουν καθεστώτα, αναγνωρίζουν κράτη. Υπό αυτή την έννοια βρισκόµαστε πάλι πριν από το 1948, όταν ο κάθε δικτάτορας µπορούσε να κάνει ό,τι θέλει στην επικράτειά του.
Από την εποχή της διακήρυξης του 1948, έχουν συµβεί, εκτός από µαχητικές διεκδικήσεις, µια σειρά φρικαλεότητες: τα εγκλήµατα του Μάο και του Πολ Ποτ, ο πόλεµος στο Βιετνάµ (όπου καταστρατηγήθηκαν όλοι οι κανόνες του πολέµου), η γενοκτονία στη Ρουάντα, η βαλκανική αποσύνθεση… Η διακήρυξη και γενικότερα η σταυροφορία της ∆ύσης για τα ανθρώπινα δικαιώµατα αποδείχτηκε µάλλον ανίσχυρη. Για λόγους διπλωµατίας –δηλαδή οικονοµικών και γεωπολιτικών συµφερόντων– οι δυτικές χώρες υιοθετούν τη στάση του Κρέοντα κι όχι της Αντιγόνης: τη στάση που θεωρούν «ρεαλιστική». Οι δικτάτορες είναι καλοί όσο µπορούµε να τους χειριζόµαστε! Ύστερα, όταν τους παρασύρουν κοινωνικά κινήµατα, ή καταβαραθρώνονται από την ίδια τους τη διαφθορά, γίνονται αυτοµάτως «κακοί». Αυτή η ευκαιριακή λογική υπαγορεύει την αµερικανική εξωτερική πολιτική ήδη από το 1948: οι επιπτώσεις είναι ανυπολόγιστες, όπως είναι ανυπολόγιστες οι επιπτώσεις της αποικιοκρατίας.
Η υποκρισία και οι αλλοπρόσαλλες συµµαχίες καταλήγουν στη συγκάλυψη των εγκληµάτων κατά της ανθρωπότητας: ποιος τολµά να προκαλέσει την Κίνα για το ζήτηµα του Θιβέτ και για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωµάτων στο έδαφός της; Ποιος τολµά να σύρει στα διεθνή δικαστήρια τη Ρωσία για το ζήτηµα της Τσετσενίας, ή το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία και τα εµιράτα για την καταπίεση των γυναικών; Όχι µόνον δεν υπερισχύει στην πράξη το δυτικό µοντέλο αλλά αντιθέτως υποχωρεί: ο ΟΗΕ εµπιστεύεται την προεδρία επιτροπής για τα ανθρώπινα δικαιώµατα στη …Λιβύη! Ώστε να µην εξαγριωθεί ο Καντάφι…

            Εξάλλου, επικρατεί σύγχυση στο (λιγοστό) µυαλό της δυτικής Αριστεράς: άλλο πολυπολιτισµικότητα (γλώσσα, ιστορία/µνήµη, τέχνες, έθιµα), άλλο ανθρώπινα δικαιώµατα. Η πολυπολιτισµικότητα διευκολύνει τη συνύπαρξη και εµπλουτίζει την κουλτούρα µόνον όταν δεν παραβιάζονται τα οικουµενικά δικαιώµατα: για να το διατυπώσω µε κάτι αυτονόητο, δεν αποτελεί εκδήλωση «πολυπολιτισµικότητας» η ανταλλαγή γυναικών µε καµήλες ή ο ακρωτηριασµός των χεριών των κλεφτών. Ούτε το ότι το habeas corpus µπορεί να παραβιαστεί στη ∆ύση αποτελεί επιχείρηµα υπέρ αυτής της διεστραµµένης ιδέας για την πολυπολιτισµικότητα.
Με το να κάνουµε συµβιβασµούς στο πεδίο των οικουµενικών ανθρωπίνων δικαιωµάτων ώστε να µη θεωρηθούµε ανεπίτρεπτα «δυτικοί» (µιας και η επίθεση στη ∆ύση είναι του συρµού) εκθέτουµε σε κίνδυνο τα κεκτηµένα δικαιώµατα: το κοσµικό κράτος, την ισότητα ανδρών-γυναικών, την προστασία των παιδιών, τη δωρεάν και υποχρεωτική εκπαίδευση, την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης· όλα όσα κέρδισαν οι άνθρωποι µέσα από επίπονους κοινωνικούς αγώνες και επαναστάσεις.


Τίποτα δεν είναι όντως δωρεάν στο διαδίκτυο Στο διαδίκτυο δεν υπάρχουν δωρεάν υπηρεσίες αλλά υπηρεσίες που νομίζουμε ότι είναι δωρεάν γιατί ...